τυρίνη — Η τρίτη εβδομάδα της Aποκριάς. * * * η, Ν χημ. η καζεΐνη … Dictionary of Greek
Τυρινή — η η εβδομάδα της Τυροφάγου, η εβδομάδα μετά την Κυριακή της Αποκριάς … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Carnival — For other uses, see Carnival (disambiguation). Carnival float in the Rosenmontag parade in Cologne, Germany … Wikipedia
CASEUS — lac pressum, Virgilio, Ecl. 1. v. 82. et pressi copia lactis: Illud enim emulctum in caseum cogitur, quod Graeci πήττεςθαι, Latini etiam figi dixerunt: Gallis Formacia seu Formagia, quoniam in forma inferciuntur et struuntur. Sic parietes… … Hofmann J. Lexicon universale
DOMINICA — I. DOMINICA seu Dies Dominicus, prima hebdomadis dies, Dies lucis et Dies panis Chrisost. de Resurr. Regina et princeps dierum, Iacobo; dierum Domina Sophron. Dies pacis. Theod. Studitae: Graecis Κυριακὴ, Α᾿ναςτάσιμος, βασιλὶς καὶ ὕπατος τῶ… … Hofmann J. Lexicon universale
καζεΐνη — Το κύριο κλάσμα πρωτεϊνών που περιέχεται αποκλειστικά στο γάλα των θηλαστικών, σε ποικίλες αναλογίες στα διάφορα είδη. Στη βιομηχανία η κ. παραλαμβάνεται απευθείας από το γάλα. Η καθαρή κ. είναι λευκή σκόνη, αδιάλυτη στο νερό, αλλά διαλυτή σε… … Dictionary of Greek
καρναβάλι — Εορταστική περίοδος της Αποκριάς με παραδοσιακές εκδηλώσεις, όπου κυριαρχούν οι μεταμφιέσεις (μασκαρέματα). Η λέξη, όπως προκύπτει από την πιθανή ετυμολογία της (ιταλ. carne = κρέας + vale = χαίρε), σημαίνει αποχή από το κρέας. Το κ. τοποθετείται … Dictionary of Greek
τυροειδής — ές, Ν 1. όμοιος με τυρί 2. φρ. «τυροειδής εκφύλιση» ή «τυροειδής νέκρωση» ιατρ. η τυροειδοποίηση. [ΕΤΥΜΟΛ. < τυρός/ τυρίνη + ειδής*. Η λ. μαρτυρείται από το 1839 στον Ιω. Ορλάνδο] … Dictionary of Greek
τυρός — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 10 μ.) στην πρώην επαρχία Κυνουρίας του νομού Αρκαδίας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (57 τ. χλμ.). Ο οικισμός Τυρός. * * * ο, ΝΜΑ το τυρί νεοελλ. φρ. «μεταξύ τυρού και αχλαδιού» α) κατά το επιδόρπιο β) συνεκδ.… … Dictionary of Greek
καζεΐνη — η (χημ.), λευκωματώδης ύλη στο γάλα, η τυρίνη … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)